(Επί προσωπικού)
Προσπαθώ από χθες το πρωί, να βγάλω από το στήθος μου αυτό το βάρος που έχει καθίσει στο στήθος μου σαν την διαλυμένη ατμομηχανή στις οθόνες. Και δεν με αφήνει να πάρω ανάσα.
Και με κάνει πάλι, μετά από χρόνια, να θέλω να κλαίω συνέχεια.
Και ας μην ήξερα προσωπικά, κανένα από τα παιδιά που μπήκαν στο μοιραίο τραίνο και δεν βγήκαν ποτέ.
Ας μην κοίταξα ποτέ στα μάτια, κανέναν από αυτούς που αμέριμνοι και χαρούμενοι, άφησαν βίαια ό,τι έλπιζαν και ό,τι μπορούσαν να πετύχουν εκεί στα Τέμπη, στην είσοδο του Άδη.
Που δεν θα τους ξανακούσουν οι γονιοί τους, οι οικογένειες και οι φίλοι.
Νιώθω πως όλοι αυτοί οι άγνωστοι, οι ξένοι, είναι πολύ δικοί μου. Αδέλφια. Παιδιά μου. Που απλώς, έτυχε να είμαι ο τυχερός γονιός που δεν μου κλήρωσε σε αυτή τη γύρα του Χάρου.
Νοιώθω πως έχω χρέος, εγώ προσωπικά, να κάνω ό,τι μπορώ για να μιλήσουν και να ακουστούν.
Να φωνάξουν για όλα αυτά που τους στέρησε τόσο βίαια, αυτό που έφτιαξα και συντηρώ και θρέφω, δεκαετίες ολόκληρες.
Που ανέχτηκα. Που πίστεψα. Που συνήθισα αντί να διαλύσω. Εγώ προσωπικά. Κανείς άλλος.
Δεν με νοιάζει ποιος έκανε ή δεν έκανε τι, για ποιόν λόγο και με ποια δικαιολογία. Ποιος και πότε είχε αυτή την ευθύνη, το καθήκον, την υποχρέωση. Και τα πρόδωσε, όλα αυτά.
Κανένα “διότι” δεν είναι αρκετά δυνατό για να σταθεί απέναντι στον πόνο έστω και ενός ανθρώπου που περιμένει πάνω από ένα τηλέφωνο που δεν θα ξαναχτυπήσει.
Δεν με νοιάζει αν αιτία είναι το συμφέρον, η ιδιοτέλεια, η ιδεοληψία ή η απλή ηλιθιότητα ενός μικρότερου ή μεγαλύτερου μικρόκοσμου.
Ο κόσμος που θέλω να παραδώσω δεν μπορεί να είναι μικρός.
Και γλιστράω, χιλιοστό το χιλιοστό, στο να τον μειώνω, να τον φτηναίνω. Να τον εξευτελίζω.
Εδώ και τριάντα χρόνια, τα όνειρα που κάνω δεν έχουν εμένα στο κέντρο. Σιγά – σιγά, εστιάζουν στα παιδιά μου, στο μέλλον τους και στην δική τους ευτυχία.
Που μου αρκεί να καμαρώνω σαν προνομιούχος θεατής, να στηρίζω όσο καλύτερα μπορώ, χωρίς να περιμένω κάτι.
Και ονειρεύομαι να ζουν και να μεγαλώσουν σε έναν τόπο όπου το αυτονόητο δεν θέλει νόμους. Ούτε κανονισμούς.
Σε μια χώρα καλύτερη από αυτήν που παρέλαβα. Και τέτοιες ώρες, νιώθω βαθιά μέσα μου πως δεν το κατάφερα. Δεν ξέρω καν αν μπορώ.
Δεν έχω να ευχηθώ κενές παρηγόριες. Δεν μου περισσεύουν άλλα ψέματα. Πρέπει να τελειώσουν όλα αυτά που μας τελειώνουν, γενιές ολόκληρες.
Και ξέρω πως είναι χρέος μου να προσπαθήσω.
Έχω χρέος να το απαιτήσω. Για μένα και αυτούς που αγαπάω.
#katidikamou