Tα Μανιάτικα μοιρολόγια και οι ρίζες τους στην Αρχαιότητα.
-Από τους ομηρικούς θρήνους στα μανιάτικα μοιρολόγια-
Γαλάνη Μαρίλια, Αρχαιολόγος ΜSc.
Ο θάνατος ως διαχρονικό και αναπόφευκτο γεγονός απασχολεί την ανθρώπινη ύπαρξη ήδη από την εμφάνισή της. Τα ερωτήματα και ο φόβος που επικρατούν γύρω από το «σκοτάδι» του θανάτου οδηγούν τους ανθρώπους κάθε εποχής σε ανάπτυξη τελετουργιών, ακόμη και τρόπων ζωής, με βάση την ανάγκη εξευμενισμού μιας ανώτερης δύναμης. Η θρησκεία παίρνει τα ηνία από την επιστήμη και εξηγεί τι συμβαίνει μετά το θάνατο. Σε κάθε πολιτισμό διαφέρουν οι αντιλήψεις, πάντα όμως διατηρείται μια κοινή βάση που αφορά τη ζωή μετά τον θάνατο και τη φροντίδα των νεκρών.
Το μοιρολόι είναι η καλλιτεχνική έκφραση του πόνου και της απώλειας. Ήταν ανεπτυγμένο ήδη από τους αρχαίους χρόνους, όπως φαίνεται στα Έπη του Ομήρου, όπου το συναντούμε ως «θρηνωδία», διότι ο όρος «μοιρολόι» εμφανίζεται επισήμως τη μεταβυζαντινή περίοδο(1400-1821) , μέσω των δημοτικών τραγουδιών και της λαϊκής παράδοσης. (Kατσούδας, χ.χ.)
Η Ορθόδοξη χριστιανική εκκλησία, παρότι συνυπήρξε για αιώνες με την παράδοση του μοιρολογιού, το καταδίκασε ως απρεπές και ασεβές προς τον νεκρό. Πατέρες της εκκλησίας θεώρησαν τα μοιρολόγια βλάσφημα. Ωστόσο, τα μοιρολόγια πηγάζοντας από μια βαθιά παράδοση και ανάγκη δεν επλήγησαν. Συνυπήρξαν ειρηνικά έως τα νεότερα χρόνια, με περιορισμό να μην γίνονται στα πλαίσια των ιερών μυστηρίων. Τέλος, οι περιπτώσεις που τα μοιρολόγια αφομοιώθηκαν από το χριστιανισμό είναι ουκ ολίγες. (βλ. μοιρολόγια Μ.Παρασκευής) (Alexiou,2008)
Η περιοχή της Μάνης είναι από τις διασημότερες περιοχές για τα μοιρολόγια της, όπου μάλιστα το μοιρολόι μονοπωλεί την ποιητική και μουσική της έκφραση. Δεν είναι τυχαίο που η Μάνη διατήρησε την παράδοση των μοιρολογιών για αιώνες και δημιούργησε θρηνητικά τραγούδια με προσμίξεις χριστιανικές και τοπικού χαρακτήρα που χρονολογούνται στα βάθη των αιώνων.
- Γεωμορφολογία της Μάνης
Όταν κάποιος μελετά τις παραδόσεις της Μάνης, πρέπει να έχει πάντα υπόψιν του το γεωμορφολογικό της υπόβαθρο, το οποίο αποτέλεσε βασικό παράγοντα διαμόρφωσης του πολιτισμού της. Η Μάνη ενώ είναι διαιρεμένη γεωπολιτικά, οι άνθρωποί της ενώνονται από κοινές παραδόσεις. Βρίσκεται στο μεσαίο πόδι της Πελοποννήσου και χωρίζεται σε Μέσα Μάνη, Έξω Μάνη και Κάτω. Η Μέσα Μάνη ξεκινά από την οριζόντια γραμμή του Οιτύλου ως και το ακρωτήρι Ταίναρο. Η Κάτω Μάνη είναι βόρειο ανατολικά του ποδιού. Η Μέσα και Κάτω Μάνη είναι Λακωνικές ενώ η Έξω(βορειοδυτικά) είναι Μεσσηνιακή κυρίως. Ο Ταΰγετος είναι η οροσειρά που τέμνει κάθετα το μεσαίο πόδι και χωρίζει τη Μάνη σε μέρη. Εξαιτίας του και εξαιτίας διαφόρων γεωλογικών παραγόντων, η Κάτω Μάνη και η Μέσα Μάνη είναι άνυδρες με χαμηλή βλάστηση, ενώ η Μέσα Μάνη είναι η πιο φτωχή περιοχή της Πελοποννήσου. Το έδαφός της είναι φτωχό, άνυδρο και πετρώδες. Το αλάτι από την θάλασσα (ως 12 χλμ. η απόσταση από ενδοχώρα) είναι τρομερά καταστροφικό για τις σοδειές και την ευφορία του εδάφους. Οι κάτοικοι, επομένως, αντιμετώπιζαν σοβαρές δυσκολίες επιβίωσης, με φτωχή διατροφή. Ζούσαν από την κτηνοτροφία, την ελιά και την πειρατεία (κυρίως την Τουρκοκρατία). Η ζωή, δύσκολη και σκληρή στη Μάνη, δημιούργησε ανθρώπους δυναμικούς, με αυστηρά ήθη και τραχύ χαρακτήρα.(Seremetakis,1991)
- Μικρή ιστορική αναδρομή
Η κατοίκηση στην περιοχή ξεκινά ήδη από την πρώιμη Εποχή του Χαλκού σε μικρούς οικισμούς. Από το 510 π.Χ.. ως το 156 π.Χ. η Μάνη ήταν σπαρτιατική επαρχία και ανήκε στο «Κοινό των Λακεδαιμονίων». Από το 21 π.Χ. ως το 296 μΧ. αποτέλεσε ρωμαϊκή επαρχία. Με την κατάλυση της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας μια μακρά εποχή αναταραχών εγκαινιάζεται. Εχθρικά φύλα (Βησιγότθοι κα.) επιδράμουν και εγκαθίστανται σε διάφορες περιοχές της Μάνης. Η πειρατεία απειλεί τους παράκτιους οικισμούς, με αποτέλεσμα διαρκώς να μειώνονται ή να μεταφέρονται στην ενδοχώρα στους πρόποδες του Ταΰγετου. Αποκορύφωμα της διαδικασίας ήταν ο 10ος αι. Φαίνεται πως μέχρι τότε οι Μανιάτες απείχαν από το χριστιανισμό και τον 10ο αι. παρατηρείται μια «έκρηξη» κατασκευής χριστιανικών εκκλησιών στην ενδοχώρα. Η αρχαία θρησκεία (δωδεκάθεο) ήταν διατηρημένη σε μεγάλο βαθμό, ενώ σε έγγραφα βυζαντινών αρχόντων οι Μανιάτες αναφέρονται ως απόγονοι των κατοίκων της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας. Η Μέσα Μάνη ήταν η πιο εσωστρεφής. Το φτωχό έδαφος και οι δυναμικοί της άνθρωποι, ήταν όπως αποδεικνύει και η δύσκολη διάδοση του χριστιανισμού, αφοσιωμένοι στο παρελθόν και στη διατήρηση των παραδόσεων των προγόνων τους. Ήταν η μόνη που έμεινε εκτός από το κύμα μετακίνησης πληθυσμών τα βυζαντινά χρόνια και από τον φραγκικό αποικισμό του 13ου αι., κυρίως αρνούμενη να μοιραστεί τον τόπο της με διαφορετικό «αίμα», ενώ τα άνυδρα εδάφη της δεν αποτέλεσαν πόλο έλξης. (Seremetakis, 1991)
Κατά την Τουρκοκρατία, η Μέσα Μάνη αποτέλεσε πολιτικό καταφύγιο ευγενών, με ιδιαίτερα προνόμια από τους Τούρκους και ανεξαρτησία. Η Μάνη δεν υποδουλώθηκε ποτέ από τους Τούρκους ,κυρίως λόγω των δυναμικών της κατοίκων, οι οποίοι από την εποχή του Βυζαντίου έμεναν σε πυργόσπιτα και ασχολούνταν με την πειρατεία. Παρόλα αυτά, η περιοχή της νοτιοανατολικής Πελοποννήσου ουκ ολίγες φορές πέρασε σε χέρια Βενετών κατά τους Βενετοτουρκικούς πολέμους (15ος -18ος αι.) σε μια περίοδο που έχουμε μετακινήσεις στην Κορσική και Κάτω Ιταλία ενώ από τα μεγαλύτερα πλήγματα της Μάνης ήταν οι επιδρομές των τουρκαλβανικών φύλων (Seremetakis,1991)
- Tα μοιρολόγια της Μάνης
Η Μάνη (ιδίως η Μέσα), ούσα δύσβατη και φτωχή, δημιούργησε έντονους συγγενικούς δεσμούς ανάμεσα στις οικογένειές της, με σκοπό την επιβίωση. Όταν οι δεσμοί διαρρηγνύονταν με το θάνατο, η απώλεια προκαλούσε μεγάλο κενό στην οικογένεια τόσο συναισθηματικό όσο και πρακτικό (εργασία).
Τα μοιρολόγια στη Μέσα Μάνη είναι έμμετρα ποιητικά δημιουργήματα, αυτοσχέδια με περιεχόμενο επαινετικό προς τους νεκρούς ή σπαρακτικό. Βέβαια, τα μοιρολόγια της Μάνης χωρίζονται σε διάφορα είδη, από μοιρολόγια γδικιωμού ως μοιρολόγια σπαραγμού. Είναι διαχρονικό ταφικό έθιμο από τα χρόνια του Ομήρου. Η ετυμολογία της λέξης προέρχεται από τις λέξεις μοίρα και λέγω. (Γιαννακοδήμου,2020) Αδαμάντιος Κοραής πρότεινε την ετυμολογία από το μύρομαι (θρηνώ) και λέγω (Αlexiou, 2008).
Τα μοιρολόγια της Μάνης ακολουθούν δεκαπεντασύλλαβο στίχο, όπως και τα δημοτικά τραγούδια. Εξαίρεση είναι η Μέσα Μάνη, η οποία χρησιμοποιεί κυρίως αρχαϊκό οκτασύλλαβο ή μεικτό. (Κατσουλάκος,2022) Οι «επαγγελματίες θανάτου», οι μοιρολογίστρες, ήταν διαδεδομένες στη Μάνη. Ήταν σημαντικά πρόσωπα, κυρίως γυναίκες, αγαπητά και εξέχοντα, τα οποία ήξεραν την τέχνη του μοιρολογιού. Το εντυπωσιακό είναι πως τις συναντάμε και στον Όμηρο, κυρίως στην Ιλιάδα,(Όμηρος, Ιλιάδα ,Ραψωδία Ω ) όπου έχουν τον ρόλο της θρηνωδού, αυτής που θρηνεί. Ο Όμηρος δε διαχωρίζει γυναίκες και άνδρες από το θρήνο, ήταν δουλειά και των δύο φύλων, βέβαια φαίνεται πως με τα χρόνια οι άνδρες απομακρύνονταν από τις έντονες εκφράσεις πόνου.
Το «κλάμα», όπως ονομάζουν το μοιρολόι οι Μανιάτες, ξεκινούσε 48 ώρες μετά το θάνατο, διότι έπρεπε να σιγουρευτούν πως δε θα υπάρξει νεκροφάνεια. Το βράδυ πριν την ταφή οι συγγενείς και γείτονες πήγαιναν στο σπίτι του νεκρού για να τον τιμήσουν και να τον χαιρετίσουν. Οι γυναίκες οι πιο κοντινές, κυρίως οι συγγένισσες, έπλεναν το νεκρό, τον έντυναν με καλά ρούχα, τον έβαζαν στο νεκροκρέβατο (τα πόδια προς ανατολάς) και έπρεπε οπωσδήποτε να κλείσουν τα μάτια και το στόμα του, διότι μέσα από τα ανοίγματα μπορούσε το μίασμα του θανάτου να επιμολύνει την κοινότητα. Έπειτα, μαζεύονταν όλες μαζί πάνω από το κρεβάτι και συχνά ακουμπώντας το νεκρό τραγουδούσαν μοιρολόγια όλη νύχτα ως το επόμενο μεσημέρι που γινόταν η ταφή («ξενύχτισμα») . Η διαδικασία γινόταν στο σπίτι ή στην εκκλησία αν δεν υπήρξε χώρος. Μόνο οι γυναίκες μοιρολογούσαν, οι άνδρες ήταν σιωπηλοί παρατηρητές (Seremetakis,1991). Το μοιρολόι ήταν αυστηρά οργανωμένο με άγραφους νόμους μεταξύ των γυναικών της κοινότητας και έπρεπε να είναι έντονο, διαφορετικά ο νεκρός δε θα ησύχαζε. Οι γυναίκες τραγουδούσαν όλες το μοιρολόι τους, το οποίο ήταν αυτοσχέδιο και έπαιρναν το λόγο από τη προηγούμενη. Η «ηθική της αντιφώνησης» ήταν ακριβώς αυτή η μετάβαση από τη μια μοιρολογίστρα στην επόμενη και έδειχνε μεν ανταγωνισμό για το καλύτερο μοιρολόι, όμως είχε σκοπό την ανάδειξη της συμπαράστασης μεταξύ των γυναικών. (Seremetakis,1991) .
Το μοιρολόι δημιούργησε μια γυναικεία δύναμη εξουσίας σε μια ανδροκρατούμενη κοινωνία. Συνήθως οι μοιρολογίστρες, τραγουδούσαν τα μοιρολόγια τους με ένα διαλεκτικό τρόπο, σαν να απαντούν στην προηγούμενη τους. Η διαδικασία του μοιρολογιού όμως, δεν ήταν μια ήρεμη τελετουργία. Οι γυναίκες μαυροφορεμένες, ξερίζωναν τα μαλλιά τους, στηθοκοπιούνταν, και έγδερναν τα μάγουλά τους. Επισκέπτες που πρώτη φορά έβλεπαν μοιρολόι, σίγουρα διακατέχονταν από φρίκη.
Αυτό, βέβαια, ήθελαν οι Μανιάτισσες, μια ατμόσφαιρα πανικού, «αναμπουμπούλας»(Sermetakis,1991) . Η θλίψη έπρεπε να είναι εμφανής για να είναι πετυχημένη η διαβατήρια τελετή προς τον Κάτω Κόσμο. Ήδη από το δρόμο προς το σπίτι, οι επισκέπτες του νεκρού φώναζαν σπαρακτικά «αδέρφι, αδέρφι» αν ο νεκρός ήταν αδερφός τους ή αδερφή τους και «αφέντη, αφέντη» στον πατέρα. Αυτό ήταν το λεγόμενο «σκούξιμο», όπου δεν τραγουδιόταν έμμετρο μοιρολόι, μα ακούγονταν φωνές, επιφωνήματα και εκφράσεις πόνου.
Ήταν υποχρέωση της κόρης να κλάψει τον πατέρα, της αδερφής τον αδερφό, της γυναίκας το σύζυγο. Η θεατρικότητα και η κίνηση των χεριών είναι από τα δομικά στοιχεία του μοιρολογιού.
Στη Μέσα Μάνη τα περισσότερα είδη μοιρολογιών είτε του Κάτω κόσμου, είτε της ξενιτιάς ή του γδικιωμού είναι θλιβερά, έντονα και εκφράζουν πόνο. Ξεκινούν αρκετές φορές με ρητορικές ερωτήσεις προς το νεκρό και παρομοιάζουν το θάνατο με την απρόβλεπτη φύση και τα φυσικά φαινόμενα.(Αlexiou, 2008)
Αν και αυτοσχέδια, διατηρούσαν μια ποιητική αρτιότητα στο στίχο και το ρυθμό τους και βασίζονταν σε παλαιότερα μοιρολόγια που οι μοιρολογίστρες είχαν απομνημονεύσει με τις απαραίτητες προσαρμογές. Το εντυπωσιακό με τα μανιάτικα μοιρολόγια είναι το πάντρεμα παγανιστικών και χριστιανικών νοημάτων. Αναφέρονται συχνά σε Κάτω Κόσμο και Χάροντα μαζί με τον Παράδεισο ή την Κόλαση. Ως γνωστόν, ο Κάτω Κόσμος ήταν ο κόσμος των νεκρών των αρχαίων και όχι των χριστιανών, ενώ ο Χάρος ήταν αυτός που περνούσε τις ψυχές από τον Αχέροντα χρεώνοντας τις έναν οβολό.
Ο θάνατος κάποιου σε μια κλειστή κοινωνία, όπως η Μέσα Μάνη, ήταν ένα γεγονός που προκαλούσε απότομη μεταβολή της ζωής της κοινότητας. Όποιος άκουγε το μαντάτο άφηνε τη δουλειά του στη μέση και έτρεχε προς το σπίτι των συγγενών.
Ο θάνατος ήταν μόλυνση και απαιτούσε τελετουργίες κάθαρσης, όπως αυτή του κλάματος, της φροντίδας και της περιποίησης του νεκρού. Όταν ο νεκρός ήταν άνδρας, τιμώνταν όσο το δυνατόν καλύτερα. Οι άνδρες της οικογένειας μπορεί να ήταν γενάρχες ή εν δυνάμει γενάρχες, οι οποίοι τιμώνταν πάντα για χρόνια μετά ως «η ρίζα του γένους». (Seremetakis, 1991)
«Τη νύχτα την εχτεσινή
αναταράχτηκεν η γης
κι εγίνηκ’ ανακύληση
στο σπίτι του πατέρα μου
τα θεμέλια είχαν κλονιστεί
μα τώρα πάει κι η σκεπή.
………………………….
Φύσηξ’ ένας Ντελή Βοριάς
και πήρε στάρι κι άχιουρα
και τίποτα δεν αφήκε.
Μόν’ (έ)να κουκάκι αγριοφακή
πόναι φαρμάκι κι αλοή:
Τη μαυρισμένη Κυϊριακή
Που κάλλια ήτα να μη ζεί”»
Από την συλλογή του Κ.Κάσσιου, «Μοιρολόγια Μάνης» και «Τραγούδια Ν. Πελοποννήσου»
(Γιαννακοδήμου, 2020)
Το παραπάνω μοιρολόι στηρίζει τα πρότερα σχόλια. Γραμμένο σε οκτασύλλαβο μη αυστηρής δομής, αναφέρεται σε μια νύχτα, ώρα που επικρατεί το άγνωστο μέσα στο σκοτάδι, προφανώς τη στιγμή που η ψυχή αφήνει το σώμα και μας παρουσιάζει τα φυσικά φαινόμενα που συνδέονται με το ψυχορράγημα. Ο ρόλος των φυσικών φαινομένων είναι υποδηλωτικός μιας επερχόμενης μεταβολής, εδώ του θανάτου.
«Κατά μεριά να κάτσωμεν εμείς οι λυπημένοι
να μαζωχτούν τα δάκρυα μας να γίνουνε ποτάμι,
να κάνουνε νεροσυρμή, να παν στον Κάτου Κόσμο,
για να νιφτούν οι άνιφτοι, να πιουν κι οι διψασμένοι,
να πλύνουν κι οι βεργόλιγνες τα σκουρομάντηλά τους,
να ρίξουν κι οι γραμματικοί νερό ‘ς τα καλαμάρια
να πλύνουν και τα ρούχα τους οι ματωκυλισμένοι».
(ανακτήθηκε από την συλλογή του Κ. Πασαγιάννη “Μανιάτικα μοιρολόγια και τραγούδια)
(Γιαννακοδήμου,2020)
Το παραπάνω μοιρολόι (του Κάτω Κόσμου) αναφέρεται στον πόνο για το θάνατο που με τη σειρά του προκαλεί το κλάμα, ενώ δίνει βάση στο υγρό στοιχείο. Γενικά , ακόμη και το πλύσιμο του νεκρού και αρκετές φορές το πλύσιμο του σπιτιού μετά το θάνατο έχει σκοπό τον εξαγνισμό από τη «μόλυνση». Τα υγρά ως διαλύτες καθαρίζουν από τη μόλυνση του θανάτου. Οι νεκροί αναφέρονται πάντα διψασμένοι.
Οι συνεντεύξεις μου με εν ζωή Μανιάτισσες μοιρολογίστρες, πια πολύ λίγες, και με τον κύριο Γεώργιο Κουτσολιάκο, κάτοικο της Ερήμου της Μέσα Μάνης, συνέδραμαν στην παρούσα έρευνα όσον αφορά τη θέση των γυναικών στην Μάνη. Αξίζει να αναφέρουμε πως οι γυναίκες δεν απογράφονταν. Η Μάνη αποτελούνταν από μια αυστηρά ανδροκρατούμενη κοινωνία, με τις γυναίκες όμως να διεκδικούν τη θέση τους με διάφορους τρόπους. Από τους σημαντικότερους ήταν το μοιρολόι. Φαίνεται πως η παράδοση αυτή στη Μάνη δημιουργούσε κοινωνική δύναμη.
Τα μοιρολόγια δημιουργούσαν ανταγωνισμό ή αναβρασμό στους δεσμούς μεταξύ διαφόρων οικογενειών. Σε περιπτώσεις εκδικητικών πράξεων, ένα μοιρολόι μπορούσε να αποκαλύψει την αλήθεια ή να δημιουργήσει μεγαλύτερο μίσος μεταξύ των δύο πλευρών. Σπάνια υπήρξαν εξαιρέσεις που μοιρολογούσαν άνδρες. Τα μοιρολόγια που αφορούσαν παιδιά είχαν σπαρακτικό χαρακτήρα, λιγότερο τιμητικό εφόσον τα παιδιά ήταν μη διαμορφωμένοι άνθρωποι.
- Αρχαίος θρήνος
Στην αρχαιότητα τα θρηνητικά τραγούδια, οι θρήνοι λέγονταν από επαγγελματίες θρηνωδούς με τη συνοδεία των συγγενών. Οι πηγές μας είναι ο Όμηρος και οι τραγικοί ποιητές, νόμοι ή σωζόμενες πραγματείες φιλοσόφων- περιηγητών. Άνδρες και γυναίκες μοιρολογούσαν με προτίμηση όμως στις γυναίκες, λόγω της έντονης έκφρασης συναισθημάτων.
Ο θρήνος διέφερε από τον γόο, όπως αναφέρεται στον Όμηρο. Ο Θρήνος αποτελούσε το μελωδικό άσμα των θρηνωδών ενώ ο γόος είχε προσωπικό χαρακτήρα, αφορούσε το κλάμα των συγγενών, που ήταν άμετρο και έντονο.(Αlexiou, 2008). Eπίσης διέφερε, ο επιτάφιος λόγος από τον θρήνο. Ο επιτάφιος γραφόταν από ειδικούς και διαβαζόταν από άτομα με αξιώματα για να τιμήσουν τους νεκρούς με επαίνους. (Αlexiou,2008).
O αρχαίος θρήνος διαδραματιζόταν μετά την επιβεβαίωση του θανάτου, ενώ η ταφή συνήθως γινόταν την αυγή της τρίτης ημέρας. Κατά τη διάρκεια της πρόθεσης (παρουσίαση του νεκρού πάνω στο νεκροκρέβατο με σκοπό την τίμηση πριν την ταφή). Οι επαγγελματίες εξέφεραν τον θρήνο με τη συνοδεία των συγγενών γυναικών σε ένα κλίμα τιμής και φροντίδας προς τον νεκρό.
Πριν τις μεταρρυθμίσεις του νομοθέτη Σόλωνα (6ος αι. π.Χ), ο γόος των συγγενών και οι τιμές ξεπερνούσαν τα όρια. Μπορεί να διαρκούσαν για πολύ μεγάλο χρονικό διάστημα. Οι γυναίκες ξερίζωναν τα μαλλιά τους έκλαιγαν και έγδερναν το πρόσωπό τους ή αλείφονταν με χώμα ή κάρβουνο. Ο Σόλωνας στην Αθήνα απαγόρευσε τις πολύ πλούσιες κηδείες διότι δίχαζαν ταξικά τους πολίτες. (Κurtz and Boardman,2018). Οι παραδόσεις σε διάφορα μέρη του αρχαίου ελλαδικού χώρου δεν ήταν φυσικά ολόιδιες. Λόγω των νομοθετημάτων που μας διασώζονται έχουμε περισσότερες πληροφορίες για την Αττική. Η εικονιστική τέχνη των διαφόρων εποχών καθώς και οι πηγές, μας είναι πολύτιμες.
Painter of Damon. (560-550BC). Thetis and the Nereids mourning Achilles. [corinthian black-figure hydria]. Louvre Museum, Paris (E 643). Photograph by Bibi Saint-Pol. Wikimedia commons.https://commons.wikimedia.org/wiki/File:Mourning_of_Akhilleus_Louvre_E643.jpg – Licensing
Σε κορινθιακή υδρία του ζωγράφου του Δάμωνα από την Ετρουρία που φέρει σκηνή θρήνου των Νηριήδων για τον Αχιλλέα είναι ευκρινής η κίνηση των γυναικών που τραβούν την κόμη τους, ενώ το κεφάλι του Αχιλλέα ακουμπά η μητέρα του Θέτιδα.
Η εικόνα του τραβήγματος της κόμης ή των εντόνων κινήσεων των θρηνούντων εμφανίζεται σε πολλά ταφικά αγγεία της αρχαιότητας . Σε ένδειξη πόνου τόσο γυναικείες μορφές όσο και ανδρικές εμφανίζονται με πρόσωπα βαμμένα μαύρα.
H αντίληψη για το θάνατο και οι ταφικές παραδόσεις παραμένει σχεδόν αναλλοίωτη στο χρόνο. Στη Μάνη και σε πολλά ακόμη μέρη που μένουν πιστά στις παραδόσεις, η φροντίδα των νεκρών αφομοιώνει εντελώς σε μερικές περιπτώσεις πρότυπα γνωστά από την αρχαιότητα. Η πρόθεσις για παράδειγμα εμφανίζεται στα νεότερα χρόνια ως το ξενύχτισμα του νεκρού με φωνές κλάματα, γδάρσιμο του προσώπου κα. Ο
άκλαυτος νεκρός τόσο στην αρχαιότητα όσο και στα νεότερα χρόνια ήταν ντροπή και επιμόλυνση της κοινότητας. Οι αρχαίοι πρόγονοι , όπως φαίνεται στα Έπη του Ομήρου και σε τραγικούς ποιητές, πίστευαν στη διαχρονική επιβίωση της ψυχής στον Κάτω Κόσμο μα όχι τόσο του σώματος, το οποίο γυρνούσε στο χώμα από όπου γεννήθηκε.
Στη Μάνη, το σώμα «βρικολάκιαζε» αν ο νεκρός έφευγε απογοητευμένος και γυρνούσε για εκδίκηση. Τόσο στην αρχαιότητα μέσα από πηγές και αρχαιολογικά ευρήματα , όσο και στα νεότερα χρόνια συμπεραίνουμε πως ο θάνατος και οι νεκροί αντιμετωπίζονταν με φόβο, για αυτό οι διαδικασίες της κηδείας έπρεπε πάντα ήταν ιδιαίτερα φροντισμένες.
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον, ωστόσο , παρουσιάζουν οι μανιάτικες παραλλαγές αρχαίων θρήνων. Φαίνεται πως ιδίως στην περιοχή της Μάνης η διάσωση παραδόσεων της αρχαιότητας δεν ήταν τυχαία.
Άνδρα μου, νέος πέθανες, κι εμέν’ αφήνεις χήραν
στο σπίτι με το τρυφερό παιδί που εμείς οι δυο
οι άμοιροι εγεννήσαμεν· και δεν θα μεγαλώσει
οϊμένα, ότι γρήγορα τούτη θα πέσ’ η πόλις τώρα που εσύ εχάθηκες, ο στύλος της, η ασπίδα,
που τα παιδιά της έσωζες και τες σεμνές μητέρες,
που γρήγορα στα πλοία τους θενά μας ρίξουν όλες
και συ μαζί μου, τέκνον μου, θα είσαι να δουλεύεις
με κόπον σ’ έργα ουτιδανά καταδυναστεμένος
κάτω από κύριον σκληρόν, αν πρώτα δεν σε ρίξει
από του πύργου την κορφήν να κακοθανατίσεις
κανείς οπού του φόνευσεν ο Έκτωρ τον πατέρα,
τον αδελφόν ή το παιδί, διότι από το χέρι
εκείνου πλήθος Αχαιών εδάγκασαν το χώμα……»
(Όμηρος, Ιλιάδα, μτφρ. Ι.Πολυλάς, όπως παρατίθεται στο εγχειρίδιο της Β΄ Γυμνασίου: Σπανάκου και Πανούσης, χ.χ.,Ω 678-805)
«Κορώνα μου βασιλική, όπου στο άνθος της ζωής φεύγεις και πας στην
κάτου γη, και εμένα αφήνεις μοναχή, χήρα και κακορίζικη, με το μωρό
στην αγκαλιά, όπου με σένα γέννησα και θα ναι η μοίρα του κακιά, γιατί
η πόλη θα χαθεί και όλη θα αφανισθεί πριχού προφτάσει να αντρωθεί
και το σπαθί σου να ζουστεί……’’
(Καλαποθαράκος,2002)
Τα παραπάνω αποσπάσματα οφείλουμε να τα μελετήσουμε συγκριτικά. Το πρώτο είναι ο θρήνος της Ανδρομάχης για τον Έκτορα ενώ το δεύτερο είναι η μανιάτική του εκδοχή. Και τα δύο αποσπάσματα εκφέρονται από τη σύζυγο, τη μάνα ενός μωρού που έχασε τον άνδρα της, νέο σε ηλικία. Η μοίρα και το ριζικό δείχνουν την κακή τους πλευρά, ενώ η πόλη κινδυνεύει.
Η ομοιότητα σε περιεχόμενο προκαλεί την εντύπωση αντιγραφής με αναχρονισμούς που την αποδεικνύουν, όπως το σπαθί ή η πόλη που απειλείται να χαθεί σαν την Τροία. Οι αναχρονισμοί αυτοί μικρή σχέση έχουν με την εποχή των μανιάτικων μοιρολογιών και συμπεραίνουμε πως οι Μανιάτισσες διατήρησαν πιθανόν από γενιά σε γενιά τους αρχαίους ελληνικούς θρήνους εντάσσοντάς τους στο δική τους δραματική δημιουργία μένοντας πιστές στις παραδόσεις των προγόνων τους.
- Μοιρολόι από την ελληνιστική Τευθρώνη
“Ηέλιον προλιπούσα φαεσφόρον,εις Αχέροντα Σωσικράτει’ έμολον,
πατρί συνεσπομένη. Κουρίδιον προλιπούσα πόσιν και μητέρα λυγράν,
ήλυθον εις Αίδην πένθος αφείσα δόμοις. Οκτωκαιδεκέτη δε χρόνον
κατ’ ήμαρ. ουκ είσχυσα λιπείν σπέρμα φίλω γαμέτη βαστάζουσα
βρέφος κατά νήδυος, ο γλυκύ φέγγος ζωής πριν κατιδείν, δύνε μυχούς
σκοτίους”.
- Η μανιάτικη μορφή του:
«Αφηκα τ’ άστρι της μερός
στον κάτου κόσμο ήρθεκα
η δόλια Σωσικράτεια,
τον κύρη μου αγκλούθησα
και άφηκα τον άντρα μου
τη μαύρη τη μανούλα μου
στον Αδη εκατέβηκα
και μαύρισε το σπίτι μου.
Χρόνους κλειστούς δέκα οχτώ
μέρα τη μέρα έζησα
και κλήρα δεν του άφηκα
του γιαλεχτού μου σύντροφου,
τι το παιδί μας στην κοιλιά
πρίχου ο ήλιος καν το ιδεί
κοντά μου το συνάπαρα
στ’ Αδη τα μαύρα τάρταρα»
(Εκδόσεις «Αδούλωτη Μάνη», 2005 από τον ιστότοπο https://oimaniateseinaipantou.blogspot.com/p/blog–page_36.html)
Τέλος, είναι αδύνατον να παραλείψουμε να αναφέρουμε τα παραπάνω μοιρολόγια. Το πρώτο μέρος (1) είναι ένα μοιρολόι σωζόμενο από την ελληνιστική Τευθρώνη. Το δεύτερο μέρος αποτελεί τη μανιάτικη μορφή του. Γραμμένο αυτολεξεί στη μανιάτικη διάλεκτο, διατηρεί το όνομα Σωσικράτεια, η οποία όπως αναφέρει το μοιρολόι δεν πρόλαβε να γεννήσει το παιδί της. Θυμίζει ιδιαίτερα τις ενεπίγραφες ταφικές στήλες της αρχαιότητας σε α΄πρόσωπο.
Ο Άδης και τα Τάρταρα χρησιμοποιούνται αντί της Κόλασης ή του Παραδείσου και βλέπουμε ότι έχουν μείνει ίδια στη μανιάτικη μορφή του μοιρολογιού. Δημιουργείται έτσι μια υβριδική μορφή μεταξύ μοιρολογιού και αρχαίου θρήνου.
Συνοψίζοντας, οι Μανιάτες, απομονωμένοι γεωγραφικά και κοινωνικά από τις διάφορες εξελίξεις στον ελλαδικό χώρο, διατήρησαν αντιλήψεις για τη ζωή και το θάνατο από την αρχαιότητα. Τους παρομοιάζουν με τους αρχαίους Σπαρτιάτες εξαιτίας της ιδιόμορφης κοινωνίας τους, μια παρομοίωση, όμως, παρακινδυνευμένη.
Οι σωζόμενες παραδόσεις και αμέτρητα θρηνητικά τραγούδια παραμένουν χωρίς ιδιαίτερες αλλαγές. Το φαινόμενο του θανάτου είναι και ήταν ίδιο για όλες τις ανθρώπινες κοινωνίες. Οι παραδόσεις γύρω από αυτό δεν αλλάζουν εύκολα, λόγω του φόβου του ανθρώπου απέναντι του. Στη Μάνη, σε μια τόσο εσωστρεφή κοινότητα, οι άνθρωποι «κρατήθηκαν» από την ιστορία τους για να εδραιώσουν την ταυτότητά τους και να αντιμετωπίσουν τις δυσκολίες.
Αυτό εξηγεί γιατί ως σήμερα, από στόμα σε στόμα διατηρούνται αρχαίοι θρήνοι με τη μορφή μοιρολογιών, όπως ακριβώς συμβαίνει και με τα παραμύθια σε διάφορα μέρη.
Τα μοιρολόγια όμως, πέραν της προφανούς λειτουργίας τους να εκφράζουν τον πόνο με τιμητικό προς το νεκρό τρόπο, φαίνεται πως στη Μάνη το επάγγελμα της μοιρολογίστρας θεωρούνταν «λειτούργημα» ,ενώ ίσως μέσα στους αιώνες να έγινε ένα μέσο κοινωνικής ανέλιξης των γυναικών δίνοντας τους δύναμη να ελέγξουν εμμέσως ζητήματα μεταξύ των «φαρών».
Ευχαριστίες στον καθηγητή κλασικής Αρχαιολογίας του τμήματος Ιστορίας και Αρχαιολογίας Πανεπιστημίου Αθηνών, κ. Ν. Δημάκη.
Alexiou, M. (2008). O Τελετουργικός Θρήνος Στην Ελληνική Παράδοση. (Δ.Ν. Γιατρομανωλάκης, Π. Ροΐλος, Μετ.). Αθήνα: Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης. (Πρωτότυπη εργασία δημοσιεύτηκε το 1974)
Kατσουλάκος, Δ.(2022). Η Νότια Κοίλη Λακεδαιμονίων και τα Μοιρολόγια της, Αθήνα: 24γράμματα.
Painter of Damon. (560-550BC). Thetis and the Nereids mourning Achilles. [corinthian black-figure hydria]. Louvre Museum, Paris (E 643). Photograph by Bibi Saint-Pol. Wikimedia commons.https://commons.wikimedia.org/wiki/File:Mourning_of_Akhilleus_Louvre_E643.jpg – Licensing Kurtz, D., και Boardman, J. (2018). Έθιμα Ταφής στον Αρχαίο Ελληνικό Κόσμο. ( Ο. Βιζυηνού, Θ. Ξένος, Μετ.). Αθήνα: Ινστιτούτο του βιβλίου Καρδαμίτσα. (Πρωτότυπη εργασία δημοσιεύθηκε το 1971)
Seremetakis, Ν. (1991). The Last Word: Women, Death and divination in inner Mani. Chicago: University of Chicago Press
Γιαννακοδήμου, Κ. (2020). Οι Γυναίκες και το Μοιρολόι στην Περιοχή της Μάνης (Μεταπτυχιακή διατριβή) .Ρόδος: Πανεπιστήμιο Αιγαίου από: https://hellanicus.lib.aegean.gr/items/51587a6d-60b2-486c-8a5d-499d0ff76107
Καλαποθαράκος, Ν. (2002), Μάνη φωτεινός και ελεύθερος τόπος.Αθήνα: Ιδιωτική Έκδοση
Κατσούδας, Α.(χ.χ.). Η ιστορία του ελληνικού μοιρολογιού. Alivio. Από:https://alivio.gr/el/i-istoria-toy-ellinikoy-moirologioy
Σπανάκου. Ζ., Πανούσης, Ι.Α, (χ.χ.) Ομηρικά Έπη : Ιλιάδα, Αρχαία Ελληνικά (Β’Γυμνασίου). (Ι. Πολυλάς, Μετ.). Αθήνα: Υπουργείο Παιδείας και Θρησκευμάτων, Ινστιτούτο Τεχνολογίας Υπολογιστών και Εκδοσεων «Διόφαντος»
Οι Μανιάτες είναι παντού. (2008). Μανιάτικα Μοιρολόγια. Μάιος 2025 από https://oimaniateseinaipantou.blogspot.com/