Στόχος είναι η αναχαίτιση του κύματος των «κόκκινων» φορολογικών χρεών που «φουσκώνει» κάθε μήνα έχοντας σπάσει το φράγμα των 113 δισ. ευρώ και η τόνωση των δημοσίων εσόδων.

Σύμφωνα με το σχεδιασμό έως το τέλος του έτους θα τεθεί σε εφαρμογή ρύθμιση που έχει ψηφιστεί από τον Μάιο του 2019 αλλά «έμεινε στα χαρτιά» λόγω της πανδημίας και η οποία θα δίνει τη δυνατότητα στους οφειλέτες που είναι συνεπείς με τις ρυθμίσεις να αποκτήσουν σταδιακά και πάλι τον έλεγχο των τραπεζικών τους λογαριασμών.

Ειδικότερα με το νέο καθεστώς το σημερινό ακατάσχετο όριο των 1.250 ευρώ θα προσαυξάνεται κατά το άθροισμα των ποσών των δύο τελευταίων μηνιαίων δόσεων που εξοφλήθηκαν, αφού πολλαπλασιαστεί με συγκεκριμένους συντελεστές.

Για να κερδίσουν ακατάσχετο όριο οι οφειλέτες θα πρέπει να πληρούν σωρευτικά τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

  1. Να έχουν ρυθμίσει τα χρέη τους και να έχει προηγηθεί η πληρωμή δυο δόσεων.
  2. Να δηλώσουν τον λογαριασμό για τον οποίο ζητείται περιορισμός της κατάσχεσης.
  3. Να πληρώνουν με συνέπεια τις δόσεις της ρύθμισης.

Με βάση τα παραπάνω ο προοδευτικά ακατάσχετος λογαριασμός θα «χτίζεται» ως εξής:

  • Ο φορολογούμενος με δεσμευμένο τραπεζικό λογαριασμό αφού υπαχθεί σε ρύθμιση θα πρέπει να πληρώσει δύο δόσεις των ρυθμισμένων οφειλών του για να μπορεί τον τρίτο μήνα να ζητήσει αύξηση του ακατάσχετου ορίου.
  • Ως βάση υπολογισμού λαμβάνεται υπόψη το άθροισμα των δόσεων ρυθμίσεων του μήνα. Στο ποσό αυτό εφαρμόζεται ο πρώτος συντελεστής 3 ο οποίος δίνει το νέο ύψος του ακατάσχετου λογαριασμού. Για παράδειγμα εάν η μηνιαία δόση ανέρχεται σε 500 ευρώ ο οφειλέτης θα κερδίζει ακατάσχετο όριο 1.500 ευρώ (500Χ3) από 1.250 ευρώ που ισχύει για όλους.
  • Αν η δόση ή οι δόσεις είναι μικρές για παράδειγμα 50 ευρώ με την εφαρμογή συντελεστή 3 η προσαύξηση διαμορφώνεται στα 150 ευρώ. Επειδή το ποσό υπολείπεται των 1.250 ευρώ του ακατάσχετου, δεν αναπροσαρμόζεται και το όριο παραμένει στα 1.250 ευρώ. Επισημαίνεται ότι για να αυξήσει κάποιος το όριο του ακατάσχετου θα πρέπει η μηνιαία δόση της ρύθμισης που εξυπηρετεί να είναι μεγαλύτερη των 400 ευρώ.
  • Με την πάροδο του χρόνου και εφόσον ρύθμιση τηρείται ο συντελεστής αυξάνεται. Για παράδειγμα φορολογούμενος ο οποίος έχει ρυθμίσει τις οφειλές του με την πάγια ρύθμιση των 24 δόσεων, εξοφλώντας 5 δόσεις των 500 ευρώ μπορεί να «κερδίσει» συντελεστή 3,8 αυξάνοντας τον ακατάσχετο λογαριασμό στα 1.900 ευρώ (500Χ3,8). Ο γενικός κανόνας είναι ότι όσο μικρότερος είναι ο αριθμός των μηνιαίων δόσεων που επιλέγονται για τη ρύθμιση της οφειλής, τόσο μεγαλύτερη θα είναι η αύξηση του ακατάσχετου ορίου.
  • Όσο πλησιάζει η πλήρης εξόφληση της οφειλής το ακατάσχετο όριο θα φθάνει στο ανώτατο ύψος με την εφαρμογή του μέγιστου συντελεστή 4,5 και έτσι ο λογαριασμός θα ξεμπλοκάρεται πλήρως.
  • Τα όρια του ακατάσχετου θα καθορίζονται κάθε μήνα και θα ισχύουν για ένα μήνα.
  • Αν ο φορολογούμενος χάσει τη ρύθμιση οφειλών εξαιτίας μη καταβολής δύο συνεχόμενων δόσεων χάνει το αυξημένο ακατάσχετο ποσό αλλά και το δικαίωμα να το διεκδικήσει εκ νέου.

Σημειώνεται ότι το ισχύον νομοθετικό πλαίσιο προβλέπει ότι για κάθε οφειλέτη του Δημοσίου ισχύει ακατάσχετο όριο 1.250 ευρώ για τα ποσά των καταθέσεών σε έναν λογαριασμό και σε ένα μόνο τραπεζικό ίδρυμα.

Σε περίπτωση μηνιαίου μισθού ή μηνιαίας σύνταξης ή άλλου μηνιαίου ασφαλιστικού βοηθήματος έως 1.500 ευρώ, επιτρέπεται η κατάσχεση ποσοστού 50% του τμήματος πάνω από τα 1.000 και μέχρι τα 1.500 ευρώ, ενώ αν το ποσό υπερβαίνει τα 1.500 ευρώ το μήνα επιτρέπεται η κατάσχεση του συνόλου του υπερβάλλοντος των 1.500 ευρώ ποσού.

Αν δηλαδή κάποιος οφειλέτης του Δημοσίου εισπράττει μισθό 1.600 ευρώ το μήνα, η εφορία μπορεί να του κατάσχει κάθε μήνα το 100% του ποσού άνω των 1.500 ευρώ, δηλαδή 100 ευρώ, συν το 50% της διαφοράς μεταξύ 1.000 και 1.500 ευρώ, ήτοι άλλα 250 ευρώ.

Ωστόσο για να ισχύσει το ακατάσχετο όριο των 1.250 ευρώ ο οφειλέτης θα πρέπει να γνωστοποιήσει στο υπουργείο Οικονομικών τον συγκεκριμένο τραπεζικό λογαριασμό του υποβάλλοντας ηλεκτρονικά σχετική δήλωση στο Taxisnet.

Σε περίπτωση ύπαρξης κοινού λογαριασμού, το ακατάσχετο όριο ισχύει για τον καθένα από τους συνδικαιούχους εφόσον και οι δύο έχουν δηλώσει τον ίδιο λογαριασμό ως ακατάσχετο.